- μνῆμα
- μνῆμαmemorialneut nom/voc/acc sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
μνήμα — το (ΑΜ μνῆμα, Μ και μνῆμαν, Α δωρ. και αιολ. μνᾱμα) οικοδόμημα ή ύψωμα προς τιμή νεκρού, τάφος, τύμβος (α. «το μονοπάτι μ έβγαλε σ ένα ρημοκλησσάκι, που ταν τα μνήματα πολλά, πολλά κι αντρειωμένα», δημ. τραγούδι β. «μνήματα ἐποίησαν ἐν πάσῃσι… … Dictionary of Greek
μνήμα — το, ατος 1. το μέρος όπου θάβεται ο νεκρός, τάφος, τύμβος, κτίσμα προς τιμή του νεκρού. 2. στον πληθ., τα μνήματα το νεκροταφείο … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
Μνήμας — Μνήμᾱς , Μνήμη remembrance fem acc pl Μνήμᾱς , Μνήμη remembrance fem gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μνήμας — μνήμᾱς , μνήμη remembrance fem acc pl μνήμᾱς , μνήμη remembrance fem gen sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μνᾶμα — μνῆμα memorial neut nom/voc/acc sg (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μνήμαι — Μνήμᾱͅ , Μνήμη remembrance fem dat sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μνήμαι — μνήμᾱͅ , μνήμη remembrance fem dat sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μνήμαν — Μνήμᾱν , Μνήμη remembrance fem acc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
μνήμαν — μνήμᾱν , μνήμη remembrance fem acc sg (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Μέγαρα — Πόλη (23.032 κάτ.) του νομού Αττικής. Αποτελεί έδρα του ομώνυμου δήμου της νομαρχίας Δυτικής Αττικής. Ο δήμος αποτελεί το δεύτερο μεγάλο πτηνοτροφικό κέντρο της Ελλάδας, μετά την Εύβοια. Το αρχαίο κράτος των Μεγάρων. Η αρχαία πόλη των Μ. όπως… … Dictionary of Greek